Η αναγκαιότητα της φιλοσοφίας

Η εκπόρθηση των ορίων του αγνώστου

«Ξείνε, Αθηναίε, παρ ημέας γαρ περί σέο λόγος απίκται πολλός και σοφίης είνεκεν της σης και πλάνης, ως φιλοσοφέων γην πολλήν, θεωρίης είνεκεν επελήλυθας»

Κροίσος προς Σόλωνα, καθ’ Ηρόδοτον

Οι άνθρωποι μοιάζουν με δραπέτες άλλου κόσμου. Έχουν έλθει, σ’ αυτόν τον βίο, όπως οι επισκέπτες των πανηγυριών, που φθάνουν σε ξένη πόλη, είτε για να κερδίσουν δόξα και χρήμα, είτε για να ετάσουν τι και πώς εκεί τελείται. Οι πρώτοι είναι κοινά, περιφρονητέα ανδράποδα. Εκείνοι, αντίθετα, που σκοπό έχουν να θηρεύσουν γνώσεις και να αναζητήσουν την αλήθεια, είναι οι φίλοι της σοφίας, οι φιλόσοφοι.

Έτσι είχε απαντήσει στον Λέοντα, τον τύραννο των Φλιασίων, ο μεγάλος Πυθαγόρας, όταν τον ρώτησε τι είναι η φιλοσοφία και κατά τι διαφέρουν οι φιλόσοφοι από τους άλλους ανθρώπους.

Ο ορισμός είναι, βέβαια, είναι πολύ γενικός. Σύμφωνα με τον Πυθαγόρα, κάθε άνθρωπος που διερευνά τη ζωή και τα φαινόμενα του κόσμου, είναι φιλόσοφος. Φιλόσοφος, μεταξύ άλλων, είναι και ο μαθηματικός, που θα υπολογίσει τα κτίσματα της πόλεως, στην οποία βρέθηκε διαβάτης από ιδιοτροπία της μοίρας. Φιλόσοφος είναι και ο κοινωνιολόγος, που θα μελετήσει τις θεωρίες του βίου. Είναι και ο μουσικός, που θα εξετάσει και θα διεισδύσει στην τέχνη των ήχων και των ρυθμών.

Στην εποχή του Πυθαγόρα, η άποψη αυτή ήταν πληρέστατα, ορθή. Ακόμη, δεν είχαν αναβρύσει, από την κεφαλόβρυση της εφέσεως προς γνώση, οι επί μέρους επιστήμες. Όπως, άλλοτε η αρχιτεκτονική φιλοξενούσε στους κόλπους της όλες τις καλές τέχνες. Όπως, από τα θεώρατα επιτεύγματά της, τους μεγάλους ναούς της ευλαβείας των ανθρώπων, ξεπήγασε η γλυπτική και η ζωγραφική και η πλαστική και ο χορός και όλες οι αξιόλογες αισθητικές τάσεις του ανθρώπου, κι αργότερα μόνο, έγιναν αυθύπαρκτες. Έτσι και η φιλοσοφία γέννησε και εγαλούχησε, για πολλούς αιώνες, τις κυριώτερες επιστήμες, που σιγά – σιγά, αποχωρίσθηκαν από την κοιτίδα τους και απέκτησαν ανεξαρτησία.

Οι παλιοί φιλόσοφοι ερευνούσαν τα άστρα, ήσαν και αστρονόμοι. ‘Ησαν και μαθηματικοί. Και βιολόγοι. Και φυσιοδίφες. Και νομικοί. Και γεωγράφοι. Και μουσικολόγοι. Και κοινωνιολόγοι. Ασχολούνταν στην αρχή με όλες τις εκφάνσεις του επιστητού. Με πολύ βραδύ ρυθμό, προοδευτικά, άρχισαν να δημιουργούνται οι λεγόμενες ειδικότητες. Ώσπου, η φιλοσοφία εγκαταλείφθηκε από τα τέκνα της.

Κι έμεινε χωρίς περιεχόμενο; Δεν έχει πια λόγο υπάρξεως; Η έμμονη ροπή, προς την ανεύρεση και κατανόηση της αλήθειας, που αποτελεί την πεμπτουσία της, απορροφήθηκε οριστικά και συνολικά από τις επιστήμες;  Δεν έμεινε πια τίποτα, που να της δίνει πραγματική υπόσταση;

Το πρόβλημα είναι σοβαρό και έχει τεθεί. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν άχρηστη την φιλοσοφία, ακόμη και σαν γενική θεωρία περί του κόσμου. Αλλά, αυτό δεν είναι αληθινό. Η φιλοσοφία δεν στερήθηκε ποτέ κάτι σημαντικό, που την κάνει, πάντοτε, απαραίτητη για την ανθρώπινη ζωή και για την ανθρώπινη γνώση. Έχασε τα επί μέρους πεδία. Αλλά, διατηρεί, πάντοτε, την υψηλότερη εκείνη, τη σφαιρικότερη θεώρηση των πραγμάτων, χωρίς την οποία θα ήσαν άχρηστες ή σχεδόν άχρηστες, οι υπηρεσίες των επιστημών. Οι επιστήμες είναι συστήματα γνώσεων ομοειδών, που έχουν συνενωθεί σε οργανικό σύνδεσμο. Αλλά γνώσεων, που αφορούν σε ένα συγκεκριμένο τομέα. Πέραν από τον αυστηρά προσδιορισμένο τομέα τους, είναι τυφλές. Κάθε μια προχωρεί, συνήθως άσχετα, προς τις άλλες. Κερδίζει ή χάνει, στην ευθεία του δρόμου, έναντι των άλλων. Και έτσι το σύνολο των γνώσεων του ανθρώπου μοιάζει με μία γραμμή τεθλασμένη, που αλλού εκτοξεύει σφήνες θαυμαστές, προς τα εμπρός και αλλού παρουσιάζει χάσματα και θλιβερές καθυστερήσεις. Έχουμε φθάσει στην Σελήνη. Αρχίσαμε να εξερευνούμε το χάος. Αλλά δεν καταφέραμε, ακόμη, να διεισδύσουμε στο μυστήριο του ανθρώπινου εγκεφάλου, που αποτελεί, εν τούτοις, τον πιο κοντινό και τον πιο απαραίτητό μας σύντροφο. Γνωρίζουμε, χάρη και στην φυσική και στην χημεία, ακόμη, στοιχεία χρησιμότατα, για τους αρχαίους πολιτισμούς. Δεν καταφέρνουμε, όμως, να τα αξιοποιήσουμε, σαν υποδείγματα συμπεριφοράς και ιστορικής μαθήσεως, προς το καλό των σημερινών πολιτισμών, της καλύτερης διαρθρώσεως της καθημερινής ζωής μας, που παραπαίει, πάντα, ανάμεσα στην αγωνία και στους πολέμους. Οι θησαυροί των γνώσεων, που προκύπτουν από την εξονυχιστική μελέτη των επιστημόνων, στα διάφορα πεδία της δράσεώς τους, σπάνια μας χρησιμεύουν, για να κινήσουμε την διαδικασία μίας αληθινής βελτιώσεως της ζωής. Κατατρυχόμεθα και σήμερα, όπως και προ χιλιάδων ενώ, από τις ίδιες ψυχικές ασθένεις, κατακυριευόμεθα από τις ίδιες δεισιδαιμονίες, ταλαιπωρούμεθα από τα ίδια πάθη, τις ίδιες παρορμήσεις, τα ίδια λάθη.

Αν όμως οι επιστήμες, με τις λαμπρές τους πραγματοποιήσεις είχαν την δυνατότητα της στενής συνεργασίας, αν τα πορίσματά τους αποκτούσαν εσωτερική συστοιχία κι ενότητα, η όλη κίνηση του κόσμου δεν θα ήταν αληθινά προοδευτική, δεν θα παρουσίαζε πολύ σπανιότερα επικίνδυνες ανισομέρειες;

Να λοιπόν, που δεν είναι άχρηστη η φιλοσοφία. Που είναι μάλιστα και αναγκαία. Έργο της είναι η, από υψηλότερη, συγκεντρωτικότερη σκοπιά, έκθεση και αντίληψη των πραγμάτων, η στοιχειοθέτηση συνολικής θετικής εικόνος, με την βοήθεια των ειδικών πορισμάτων των επιστημών. Δεν μπορούμε να πούμε, πως το άθροισμα των γνώσεων, που προκύπτουν από τις επί μέρους επιστήμες, αποτελεί το σύνολον των γνώσεων του κόσμου. Θα ήταν ασυγχώρητη αφέλεια. Η σύνθεση των συμπερασμάτων είναι απαραίτητη, για να δημιουργηθεί ενιαία, γόνιμη αντίληψη. Και, χωρίς ενιαία αντίληψη που θα έχει συμπτήξει σε χωνευτήρι τις μερικές γνώσεις, η πορεία της ανθρωπότητος θα είναι, πάντοτε, ανώριμη, σκιώδης.

Ο ποιητής του περασμένου αιώνα Δ. Παπαρρηγόπουλος που λίγοι τον ξέρουν γιατί έγραψε στην «άπεφθο» καθαρεύουσα, έχει σ’ ένα «διάλογό» του αναδείξει ανάγλυφα την σημασία της γνωστικής ενότητος, στις πραγματοποιήσεις του ανθρώπου.

Αν, λέει, για την κατασκευή ενός αγάλματος χρησιμοποιηθούν, ξεχωριστά, ιδιοφυείς ειδικοί τεχνίτες, για να σμιλεύσουν τα αυτιά, άλλοι, για να κατασκευάσουν την μύτη, άλλοι το σώμα, άλλοι τα πόδια, άλλοι τα χέρια και άλλοι την έκφραση του προσώπου, ένα φοβερό τέρας θα είναι το γινόμενο της εργασίας αυτής. Μπορεί τα αυτιά, σαν αυτιά, να είναι τέλεια και το πρόσωπο τέλειο, επίσης, αλλά όλα μαζί συγκολλημένα, χωρίς την μεσολάβηση του χεριού, που θα τα συνέθετε σε ενιαίο ομοιογενές σύνολο, θα έχουν αποκρουστική όψη.

Το ίδιο συμβαίνει με τις ειδικές επιστήμες. Κάθε μία έχει λαμπρά πορίσματα στην φαρέτρα της. Αλλά αν όλα αυτά δεν αποκτήσουν οργανικό δεσμό, τα αποτελέσματα είναι ελάχιστα εποικοδομητικά, για τον συνολικό βίο του ανθρώπου.

Και έτσι φτάνουμε στο αδήριτο συμπέρασμα, πως η φιλοσοφία είναι, σήμερα, περισσότερο απαραίτητη παρά ποτέ. Ιδίως, για την διατύπωση της περί του κόσμου και του βίου θεωρίας. Αφού στοργικά ανέθρεψε τις άλλες επιστήμες, μένει πια η ίδια επιστήμη των επιστημών. Για να επισκοπεί κυκλικά την γνώση, να την μετέρχεται, να την προσαρμόζει, να την αναλύει, να την συγκρίνει, επαγωγικά, να την γενικεύει, να την συνθέτει, σε συστηματική κατανόηση. Και να ωθεί έτσι, προς τα εμπρός, τους ορίζοντες των γνώσεων, των αντιλήψεων, των αφομοιώσεών του, κατακυριεύοντας συνεχώς νέους χώρους, στενεύοντας διαρκώς τα όρια του άλυτου, του άγνωστου και του μυστηριώδους.

Χρήστος Λ. Φιλιππίδης, Εφημερίδα “Ακρόπολις”, 1976

Μοιράσου το

Διάβασε επίσης